Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2014

ΕΛΕΥΘΕΡΑ

'Ετσι μου είπαν κι έκανα. Να ρίξω στη θάλασσα νερό και φως στον ήλιο. Έτσι τους είπαν και έκαναν. Να ρίξουν λίγη μαυρίλα στον έρωτα και να δυναμώσουνε τον πόνο. Όπου υπάρχει ευτυχία να τη σκοτώσουν και όπου τα τριαντάφυλλα γεννιούνται κόκκινα να τα εξολοθρεύσουν. Τα κρίνα να μη φυτρώνουν κατά γης, μα μόνο στους αέρες.. Έτσι τους είπαν κι έκαναν.

Και ήρθαν τα φθινόπωρα και οι χειμώνες. Και η θάλασσα ξεχείλισε νερό και ο ήλιος έκαιγε τα δέρματά τους. Ο έρωτας έγινε μουτζούρα που δεν άγγιζε πια την καρδιά τους και ο πόνος αμβλύνθηκε και δεν τους άφηνε πια να βλέπουν όνειρα.. Η ευτυχία ταξίδευε, μα ποτέ πάνω από τα κεφάλια τους και τα τριαντάφυλλα γεννιούνταν άσπρα, ροζ, πορτοκαλί, μα ποτέ κόκκινα. Τα κρίνα ανέμιζαν στους αιθέρες μα ποτέ η γης δεν τα χάρηκε.. Κι έτσι ήταν όλοι τους καλά.. Έτσι όπως έπρεπε να γίνει.

Κοπήκαν οι ανάσες τους μ' ένα ''πρέπει'' και φούντωσαν ξανά μ'ένα ''γιατί''. Γιατί απάντηση δεν πήραν, μόνο ένοιωθαν. Ένοιωθαν τον αέρα αδύναμο και την καρδιά τους λίγη. Μ΄αυτό το λίγο τους αρκούσε. Ήσαν και πάλι ζωντανοί. Μόνο που έβλεπαν δυο μάτια, μόνο που άγγιζαν ένα κορμί.. Κι αφουγκράζονταν.. Κατάπιναν την αίσθηση αμάσητη, αυθεντική..

Έτσι τους είπαμε και κάναν. Ένα τσίρκο ελεύθερο.. ελεύθερο!

ΟΡΦΑΝΕΨΑ


Ορφάνεψα το δειλινό που δεν ακούμπησα τα χείλη σου. Μία αίσθηση απαλότητας και απλότητας.. Δεν την ένιωσα.. Μου τη χάριζες καιρό απλόχερα, όταν μπήκε λίγο φως στα σκοτάδια σου. Μία αίσθηση γαλήνης και αναταραχής να περιπλέκονται, να γίνονται σαν καπνοί που ανακατεύονται με μυρωδιές. Μία αγκαλιά, σαν κύμα που σε παρασύρει αργά, σα να καταλαβαίνει την ευθραυστότητά σου..  μη σε ξεβράσει.
  Ταπεινά είν΄ τα μάτια σου, κοίτα με.. Μόνο μαζί σου! Φοβάμαι! Σε καρτερώ.. σε λαχταρώ.. Σαν είσαι εδώ, μόνο που υπάρχεις, γαληνεύω. Συναισθήματα που γιγαντώθηκαν ανεξίτηλα στο χρόνο. Είσαι εσύ! Όπως! Σα φιγούρα με γυροφέρνεις, ακούσια αφήνομαι.. Στο στροβίλισμά σου, με φέρνεις κοντά σου και στο τυφώνα σου με σπρώχνεις.
  Θέλεις να φτιάξουμε ζωγραφιές και να τις κάνουμε πίνακες σ΄ όλους τους τοίχους? Να είμαστε το σπίτι μας εμείς.. εμείς και οι σκέψεις μας, εμείς. Και να φουσκώσουμε μπαλόνια και να τ΄αφήσουμε να σεργιανάνε σ΄ όλο το σπίτι, εμείς και οι ανάσες μας. Και να βάψουμε τα χείλη μας κόκκινα και να αφήσουμε αποτυπώματα σ΄όλους τους καθρέφτες.. εμείς και τα φιλιά μας.. Και να έχουμε και μια βάρκα ξύλινη που να χωράει μόνο έναν.. εσένα κι εμένα! Και να τραβάμε λίγο κουπί και όπου μας πάει.. Και η πυξίδα σου θα είμαι εγώ, εγώ κι ο χάρτης σου. Και ο βράχος σου, εγώ να δένεις.. Πώς να σου πω πως σ΄ αγαπώ αφού η φωνή μου έκλεισε απ΄τα πολλά μου λόγια? και πως να δεις το σώμα μου να πάλλεται αφού σε περιμένω?
  Πουλιά που τρέχουνε μαζί και το καθένα χώρια.. Κλείσε τη πόρτα πίσω σου και εγώ όλα θα ανοίξω τα παράθυρα να σε κοιτώ.. Μη ξεμακρύνεις να σε βρω, να σε προλάβω.